Το πως φτάσαμε στη συμφωνία της περασμένης Κυριακής λίγο πολύ όλοι το έχουμε αντιληφθεί. Το μεγαλύτερο λάθος που ήταν αναπόφευκτο ήταν η πίστη όλων μας στα αδιάσειστα επιχειρήματα και τον ορθολογισμό που τα συνόδευαν απέναντι σε μια Ένωση που η λογική δεν έχει θέση και τα επιχειρήματα αντικρούονται με τη λογική του “γιατί έτσι” και του “επειδή είμαστε περισσότεροι”. Η διαπραγματευτική τακτική του Γιάνη Βαρουφάκη βασίστηκε στην ανάδειξη όλων των κακώς κειμένων και των αδιεξόδων μιας νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Με λίγα λόγια είναι σαν να αντιμετωπίζαμε έναν καρχαρία λέγοντας του «δεν είμαι ψάρι».
Έτσι λοιπόν φτάσαμε στην αποδοχή μιας συμφωνίας έκτρωμα που ούτε στους πιο τρελούς της εφιάλτες δε φανταζόταν η αριστερά ότι θα αποδεχθεί. Γιατί όμως; Έγινε ξαφνικά δεξιός ο Τσίπρας ή οι υπόλοιποι 108 βουλευτές; Φυσικά και όχι. Ήταν αναγκαίο κακό; Όχι, ήταν μια συνθηκολόγηση για έναν πόλεμο που χάθηκε. Είναι μια οικτρή ήττα που απειλεί να περιθωριοποιήσει το σύνολο της αριστεράς. Υπήρχαν εναλλακτικές; Ο Τσίπρας το δήλωσε σε συνέντευξη του στην ΕΡΤ και ήταν σαφής, υπήρχαν τρεις εκδοχές.
Η πρώτη ήταν να αποδεχτούμε την πρόταση Σόιμπλε για πενταετή έξοδο από το ευρώ με πληθωριστική δραχμή και κατά συνέπεια την υποτίμηση της αγοραστικής αξίας μισθών και συντάξεων. Πού είναι η παγίδα σε αυτό το σχέδιο; Φυσικά στο ότι πρόκειται για μια ακαριαία εσωτερική υποτίμηση, δηλαδή την εξυπηρέτηση του ίδιου στόχου με αυτό των τελευταίων πέντε ετών. Η δεύτερη ήταν αυτό που σπίθιζε την καρδιά κάθε αριστερού, στάση πληρωμών και αναγκαστική έξοδο από το ευρώ ώστε να μπορείς να καλύπτεις μισθούς και συντάξεις με δικό σου νόμισμα. Εάν είχες την υποστήριξη από κάπου για να το κάνεις θα άξιζε, αντ’ αυτού η Ρωσία και η Κίνα μας λέγανε ούτε καν να το σκεφτόμαστε. Αν παρ’ όλα αυτά επιλέγαμε αυτό το δρόμο τότε θα είχαμε όπως και στην πρώτη περίπτωση ακαριαία εσωτερική υποτίμηση, χωρίς όμως να εξασφαλίζονται οι εισαγωγές τροφίμων. Το αποτέλεσμα; Πρωτόγνωρες καταστάσεις που δεν αποτελούν απλά ένα φόβο αλλά μια πραγματικότητα που θα μας έφερνε αντιμέτωπους με το ένστικτο επιβίωσης ενός λαού, ενεργοποιώντας ζωώδη αντανακλαστικά. Θα το άντεχε αυτό η κυβέρνηση της αριστεράς; Ένα χάος δηλαδή που θα είχε προκληθεί εξαιτίας της και επαληθεύοντας όλους τις μύχιους εκφοβισμούς των ιδεολογικών της αντιπάλων.
Έτσι φτάσαμε λοιπόν στην τρίτη εκδοχή, αυτή της αποδοχής μιας κακής συμφωνίας που δε χωράει καλλωπιστικά λόγια και η οποία αναμφίβολα θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη ύφεση, συνέχιση του φαύλου κύκλου του χρέους και υποτίμηση της εργασίας. Τι σου παρέχει; Χρόνο. Μόνο. Σε βάζει για λίγο στην κατάψυξη της κανονικότητας τους, αφού όμως πρώτα έχεις καταφέρει να σπείρεις τον καρπό της καταστροφής τους. Όμως ας μη γελιόμαστε, εάν δε ρίχναμε την κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου, θα έφερναν τα ίδια μέτρα, χωρίς όμως να έχει προηγηθεί το ταρακούνημα της ηγεμονίας τους. Η αριστερά όμως δεν κρίνεται μόνο από προθέσεις αλλά και από τη συνολικό της απολογισμό.
Το ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρεται στην κατάργηση των Μνημονίων και όλων των εφαρμοστικών του νόμων. Κανείς όμως δεν μπορεί να έχει την απαίτηση από μια Κυβέρνηση πέντε μηνών να ξηλώσει ένα μνημονιακό πουλόβερ πέντε ετών. Άλλωστε στην ιδρυτική μας διακήρυξη είναι και ο δημοκρατικός σοσιαλισμός, δεν μπορεί όμως κανείς να μας κατηγορήσει γιατί δεν τον φέραμε. Στην πορεία για την εξυπηρέτηση των στόχων είναι απαραίτητες κάποιες οπισθοχωρήσεις, όπως δείχνει και η ιστορία με τη συνθήκη Μολότοφ – Ρίμπεντροπ. Αυτό τι σημαίνει; Αγάπησε ξαφνικά ο Στάλιν τον Χίτλερ; Όχι βέβαια, κέρδισε χρόνο, συσπειρώθηκε, έχτισε συμμαχίες και όταν πια η σύγκρουση έγινε αναπόφευκτη μπήκε με τους δικούς του όρους στον πόλεμο. Η ιστορία όμως μνημονεύει τη συνθήκη για να αναδείξει το αποτέλεσμα: το σφυροδρέπανο καρφωμένο στο Ράιχσταγκ.
Δημήτρης Πολυχρόνης,
Δημοσιογράφος του 102,8 Στο Κόκκινο Καβάλα
Πηγή: 102,8 Στο Κόκκινο