Καλώς ήρθατε και πάλι στον Μεσαίωνα… Κάπως έτσι βιώνουν οι δύστυχες γυναίκες του Αφγανιστάν την ολική επαναφορά των Ταλιμπάν στην εξουσία και τον δικό τους ζοφερό εγκλωβισμό στο «Ισλαμικό Εμιράτο» που εκείνοι σκοπεύουν να εγκαθιδρύσουν. Ούτε μία δεν εμπιστεύεται τις κενές υποσχέσεις, στο πλαίσιο δήθεν μιας κάποιας μετριοπάθειας, πως π.χ. τα κορίτσια θα μπορούν να εκπαιδεύονται.
Είναι μια ολόκληρη γενιά γυναικών, που μεγάλωσε την τελευταία 20ετία στη χώρα με ασύγκριτα περισσότερα δικαιώματα και ελευθερίες σε σχέση με το σκοταδιστικό όσο και βάρβαρο καθεστώς των ισλαμιστών φονταμενταλιστών, το 1996-2001, όταν, ας πούμε, ήταν συχνό φαινόμενο οι δημόσιοι λιθοβολισμοί γυναικών μέχρι θανάτου με πρόφαση τη μοιχεία.
Μήπως τώρα δεν τις περιμένει διαρκής τρόμος, βία, καταπίεση, οπισθοδρόμηση, αναχρονισμός – η επιβολή εν τέλει της σαρία; Οπως ήδη καταμαρτυρούν γυναίκες από αφγανικές επαρχίες που κατέλαβαν οι Ταλιμπάν στη διάρκεια της επέλασής τους προς την Καμπούλ, άρπαξαν κοπέλες και τις πάντρεψαν με μαχητές τους. Εδιωξαν κακήν κακώς εργαζόμενες από τα γραφεία τους, απαγορεύοντάς τους να δουλεύουν εκτός σπιτιού. Αλλες τις ανάγκασαν με το ζόρι να φορούν μπούρκα και να κυκλοφορούν μόνο με άντρα συνοδό.
Παραθέτουμε –ενδεικτικά πλην δηλωτικά– ορισμένα αποσπάσματα από τη σπαραχτική γραπτή μαρτυρία στην «Guardian» μιας ανώνυμης 24χρονης από την Καμπούλ, που περιγράφει ανατριχιαστικά πώς έζησε τις πρώτες ώρες μετά την επιστροφή των Ταλιμπάν.
«Ολες θέλαμε να γυρίσουμε σπίτι, αλλά δεν μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε δημόσια συγκοινωνία. Οι οδηγοί δεν μας άφηναν να μπούμε στα οχήματά τους, επειδή δεν ήθελαν να αναλάβουν την ευθύνη μεταφοράς μιας γυναίκας. […] Αντρες που έστεκαν τριγύρω κορόιδευαν τα κορίτσια και τις γυναίκες, γελώντας με τον τρόμο μας. “Τράβα και βάλε τη μπούρκα σου!” φώναξε ένας. “Αυτές είναι οι τελευταίες σας μέρες έξω στους δρόμους”, είπε ένας άλλος. “Θα παντρευτώ τέσσερις από σας σε μία μέρα” είπε ένας τρίτος. […] Δούλεψα τόσες πολλές μέρες και νύχτες για να γίνω ο άνθρωπος που είμαι σήμερα. Το πρωί, όταν έφτασα σπίτι, το πρώτο πράγμα που κάναμε με τις αδερφές μου ήταν να κρύψουμε τις ταυτότητές μας, τα διπλώματα και τα πιστοποιητικά. Ηταν συντριπτικό. Γιατί πρέπει να κρύβουμε τα πράγματα για τα οποία θα έπρεπε να είμαστε περήφανες; Στο Αφγανιστάν τώρα δεν μας επιτρέπεται να είμαστε γνωστές ως οι άνθρωποι που είμαστε. Ως γυναίκα, νιώθω σαν να είμαι θύμα ενός πολιτικού πολέμου που ξεκίνησαν άντρες. Νιώθω πως δεν μπορώ πια να γελάω δυνατά, δεν μπορώ πια να ακούω τα αγαπημένα μου τραγούδια, δεν μπορώ πια να συναντώ τους φίλους μου στο αγαπημένο μας καφέ, δεν μπορώ πια να φοράω το αγαπημένο μου κίτρινο φόρεμα ή κόκκινο κραγιόν. Και δεν μπορώ πια να πάω στη δουλειά μου ή να πάρω το πτυχίο μου από το πανεπιστήμιο. […] Τώρα φαίνεται πως πρέπει να κάψω όλα όσα κατάφερα στα 24 χρόνια της ζωής μου».
efsyn: Βίκυ Καπετανοπούλου